Σάββατο 14 Ιουλίου 2012

Happiness shots

12 μέρες και φύγαμε.
10 μέρες και το τρίτο έτος πάει και τελείωσε.
 Μια γλυκιά ανάμνηση γυρνάει συνέχεια στο μυαλό μου τις τελευταίες μέρες.
 Το χέρι σου μέσα στο δικό μου, ενώ κοιμάσαι.
 Η ανάσα σου να βαραίνει στ’ αυτί μου.
 Ένα μεγάλο χαμόγελο μόνο για μένα. (θα μου λείψεις ξέρεις)
 3 τρελά σ’ ένα αναγνωστήριο κάπου  στο κέντρο, να γελάμε ενώ χιλιάδες αντιβιοτικά έκαναν το κεφάλι μας πολτό.
 Μαγιώ, τσάντα θαλάσσης , σαγιονάρες, καπέλα κι ένα πλοίο που μας περιμένει.
 Ένα βιβλίο (σχεδόν) στο κεφάλι μου.
 Ένα tichu- έκπληξη στον κήπο. (όπως παλιά)
 Ζεστό φαγητό και μια μεγάλη αγκαλιά της μανούλας να σε περιμένουν στο σπίτι.
 Ένα χαζοχαρούμενο τηλεφώνημα με τη Βήτα.
 Μια βόλτα στη θάλασσα με πανσέληνο.


                                         Μια βουτιά η ζωή την ανάσα μου κρατάει...
 


Κυριακή 1 Ιουλίου 2012

ένας χρόνος


20 μέρες και κάτι υπομονή και μετά  η απόδρασή μου.

Βαρέθηκα, τους βαρέθηκα όλους. Και τ’ αδικαιολόγητα νεύρα και τις παράλογες αντιδράσεις και τα μπερδέματα και τα ψέματα. Και όλα. Πίεση απ’ τη σχολή, απογοήτευση από τα «σιγουράκια» σου, πάγωμα στα μεγαλοπρεπή σχέδια των διακοπών σου, κι οι άνθρωποι που χρειάζεσαι πιο πολύ αυτή τη στιγμή μακριά.

Ναι ήταν αναμφίβολα το πιο μεγάλο και το πιο μεταβατικό έτος της ζωής μου. Από τα 20 στα 21, ένας χρόνος ή ένας αιώνας; Ανατράπηκαν όλα, δεδομένα, σχέδια, όνειρα μα το σημαντικότερο είναι ότι άλλαξα εγώ η ίδια. Μεγάλωσα πολύ σ’ ένα χρόνο. Εκείνο το ρομαντικό κορίτσι που περίμενε τον πρίγκιπα του παραμυθιού του πέθανε. Και στη θέση του ποια; Μια ανεξάρτητη γυναίκα που δε νοιάζεται για κανέναν παρά μόνο για τον εαυτό της (ή έτσι νόμιζε τουλάχιστον). Ψήγματα ρομαντισμού απειλούσαν να τη γυρίσουν πίσω αλλά όποτε τα κατάφερναν , τέλμα πάλι.  Μόνο να περνάω καλά θέλω.

Ξαφνιάστηκα, πόνεσα, έκλαψα, ούρλιαξα, σωριάστηκα, πανηγύρισα, γέλασα δυνατά, είδα το φως στα μάτια μου, πέτυχα το μεγάλο στόχο που μου είχα θέσει τα τελευταία δυο χρόνια και τώρα τι; 21 και δεν ξέρω καλά καλά ποια είμαι και τι θέλω. Έμαθα να μη θυσιάζω εμένα για κανέναν άλλο, έμαθα πως όταν κάποιος φέρεται μια φορά σα μαλάκας, θα’ ναι μια ζωή μαλάκας, έμαθα να βασίζομαι μόνο στις δυνάμεις μου, επίσης να μη με καταπιέζω και να κάνω λίγο στην άκρη τα «πρέπει» για τα «θέλω» μου. Ένας χρόνος έφτανε για να μου αποδείξει πως δεν τα κατάφερα κι άσχημα 3 χρόνια στη σχολή. Γνώρισα και πραγματικούς ανθρώπους, έφτιαξα και στέρεες σχέσεις, βρήκα καταφύγιο σ’ αυτούς που νοιάζονται όταν το’ χα ανάγκη.

Το σημαντικότερο όμως που έμαθα τον τελευταίο χρόνο είναι πως για καθετί που τελειώνει κάτι καινούριο ξεκινά. Μια ιστορία που χρονίζει μόνο κακό κάνει, μια ιστορία που πονάει μόνο φθείρει,  μια ιστορία που γίνεται συνήθεια είναι καταστροφική. Πρέπει να βρεις τη δύναμη να συντρίψεις τη συνήθεια, να λύσεις τα δεσμά της (ψεύτικης) ασφάλειας που νιώθεις και να προχωρήσεις. Ναι δεν ξέρεις πού πας, αλλά δεν έχει σημασία,  απλά φύγε… Ο δρόμος θα βρει τα πόδια σου.

Σα να μεγάλωσα είκοσι ολόκληρα χρόνια μέσα σε δώδεκα μήνες μόνο.  Ωρίμασα, ναι λοιπόν διαλύθηκε το ροζ συννεφάκι μου και προσγειώθηκα στον κόσμο των μεγάλων (για λίγο ή για πολύ, δεν ξέρω) .  Έμαθα πώς είναι να φοβάσαι για τη ζωή σου & για τη ζωή εκείνων που αγαπάς, έμαθα να πονάω, ν’ αποδέχομαι, να λέω αντίο. Δεν έμαθα να μην παρατάω μαθήματα για τον Οκτώβρη, να μην ερωτεύομαι κάθε δέκα μέρες, να μην κρεμάω μούτρα όταν έχω τα νεύρα μου,  να λέω τι θέλω και να επιβάλλω τους όρους μου, να εκτιμάω τον εαυτό μου (αν κι αυτό το μέτωπο βελτιώθηκε πολύ πρέπει να ομολογήσω).   

Χρόνια μου πολλά.